in

Ελευθερία, όχι ασυδοσία!

Θέτοντας κατάλληλα τα όρια στα παιδιά

       1. Σε τι χρησιμεύουν τα όρια

  • Η θέσπιση ορίων είναι μια διαδικασία που διαρκεί σε όλη μας τη ζωή. Είναι μια διαδικασία που συνοδεύεται από δοκιμασίες και λάθη και την οποία έχουν ανάγκη τα παιδιά. Το όριο είναι Αγάπη, είναι φροντίδα και συνιστά μια υπεύθυνη και ώριμη στάση των γονέων προς το παιδί.
  • Καταρχήν, τα όρια παρέχουν ασφάλεια. Οι γονείς που θέτουν σωστά όρια βοηθούν τα παιδιά να νιώθουν ασφάλεια, εμπιστοσύνη σε εκείνους και στον εαυτό τους παρέχοντας σαφή μηνύματα διαπαιδαγώγησης. Ασφαλώς η θέσπιση των ορίων από την πλευρά των γονιών σημαίνει αυτόματα και την τήρηση πρώτιστα από τους ίδιους.
  • Τα όρια ΔΕΝ σημαίνουν υπερπροστασία και στέρηση της ελευθερίας. Αντιθέτως τα σωστά όρια πλάθουν αυτοδύναμα παιδιά.
  • τα όρια ΔΕΝ σημαίνουν απαγόρευση από την εμπειρία και τη βίωση της πραγματικότητας, αντιθέτως δείχνουν, φωτίζουν και καθοδηγούν.

  • ΔΕΝ πρέπει να συνδέονται με την τιμωρία, την αποθάρρυνση , και τη διαρκή άρνηση. Τα όρια συνδέονται με την επιθυμία αναφοράς σε σταθερούς κανόνες, αξίες και πρακτικές συμβουλές. Θέτοντας όρια βοηθούμε τα παιδιά να αυτονομηθούν και να προσαρμοστούν αποτελεσματικά στην κοινωνία. Είναι μια μορφή εκπαίδευσης. Τους διδάσκουμε τους κοινωνικούς κανόνες και τον σεβασμό στην ατομικότητα.

Β. Οι συνέπειες της έλλειψης ορίων- η θεωρία της επιτρεπτικότητας

  • Η πλήρης απουσία ορίων, η πλήρη ελευθερία στο παιδί, οδηγεί στη διαμόρφωση παιδιών με κάκιστη κοινωνική συμπεριφορά. Τα παιδιά μαθαίνουν να κάνουν πάντα το δικό τους αδιαφορώντας για τις απώλειες, τις ζημιές και τους τραυματισμούς που προκαλούν.

  • Όταν οι γονείς είναι απόλυτα επιτρεπτικοί – με απουσία ορίων, τα παιδιά αδυνατούν να συνάψουν υγιείς κοινωνικές σχέσεις.

  • Επιπλέον τα παιδιά εκδηλώνουν συχνά υπερκινητικότητα και επιθετική συμπεριφορά.

  • Τα παιδιά με απεριόριστη ελευθερία επίσης νιώθουν συχνά τον φόβο της εγκατάλειψης και μια ανασφάλεια να αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της καθημερινότητας.

  • Νιώθουν μη ικανοποίηση, θυμό και έκρηξη. Χωρίς κανόνες τα παιδιά φορτίζονται συναισθηματικά και πνευματικά.

  • Το σύστημα «όλα επιτρέπονται» στερεί από τα παιδιά την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Τέλος, τα “καλομαθημένα” παιδιά χάνουν τις ψυχοτονωτικές διαδικασίες, δεν βιώνουν το δούναι και λαβείν, την υγιή δηλαδή επικοινωνία σε συναισθηματικό και πνευματικό επίπεδο. -Αποκομίζουν λιγότερες εμπειρίες, γίνονται ανασφαλή και έχουν λιγότερη αυτοπεποίθηση να προχωρήσουν σε κάτι καινούριο

Γ΄  Η υπερβολή στη θέσπιση ορίων – Το όριο δεν είναι έλεγχος

  • Όριο δεν σημαίνει ασφυκτικός περιορισμός. Όποιος περιορίζει τα παιδιά τα καθιστά διστακτικά και άβουλα. Η απαγόρευση και η τιμωρία αλλοιώνουν την θέληση και αποδυναμώνουν τα παιδιά.

  • Τα όρια δεν πρέπει να στοχεύουν στην κυριαρχία αλλά στην υπόδειξη, στην προστασία και την προώθηση.

  • Η υπερβολική τάση για κυριαρχία μπορεί να οδηγήσει σε μια διαρκώς αυξανόμενη αποστείρωση, και διαταραχή στη σχέση γονέων – παιδιών.

  • Οι τιμωρίες και οι συνεχείς απαγορεύσεις οδηγούν σε μυστικά και ψέματα από μέρους των παιδιών.

  • Τέλος, οι τιμωρίες κάνουν τα παιδιά να νιώθουν μικρά και τα εμποδίζουν να μάθουν να λαμβάνουν τις δικές τους αποφάσεις. Επιπλέον, προκαλούν αντιδράσεις,  καλύπτουν την ανασφάλεια των γονέων και δείχνουν έλλειψη σεβασμού,  συμφωνιών και κοινής γραμμής πλεύσης.

 

Δ. Πώς βάζουμε όρια στα παιδιά

  • Είναι σημαντικό το όριο να μην είναι ανεμόμυλος αλλά και να μην είναι βράχος, χρειάζεται μια χρυσή ευελιξία που να βοηθά το παιδί να οριοθετείται, να δοκιμάζει, να αμφισβητεί και τελικά να αναπτύσσεται.

  • Η συμπεριφορά που ενέχει πίεση και υποχωρητικότητα, υπέρμετρη ανοχή και υπερβολική αυστηρότητα δίνει διπλά μηνύματα στα παιδιά, τα αποπροσανατολίζει και δημιουργεί ανασφάλεια.

  • Αποφεύγουμε λοιπόν τα διπλά μηνύματα, πρέπει να εκπέμπουμε σιγουριά, αποφασιστικότητα, σταθερότητα και δύναμη η οποία διαφέρει κατά πολύ από την επιθετικότητα →τα παιδιά χρειάζονται ένα ασφαλές περιβάλλον που να μπορούν να εμπιστεύονται.

  • Τα όρια δεν εκφράζονται με φωνές και απειλές, με φυσική ή ψυχική βία ούτε με κυριαρχία.

  • Η σταθερότητα εκφράζεται με ήρεμο και σαφή τόνο στη φωνή, με συγκεκριμένο προσδιορισμό θέσεων, με εσωτερική βεβαιότητα, με αμοιβαίο σεβασμό και προσοχή.

  • Όποιος θέτει όρια ρισκάρει να μην είναι πάντα αρεστός στα παιδιά, ρισκάρει να προκαλέσει την οργή, ακόμη και το θυμό τους.
  • Όποιος θέτει όρια πρέπει να αναλογίζεται και τις συνέπειες σε περίπτωση καταπάτησής τους. Αυτό μπορεί να είναι επίπονο και κουραστικό για τους γονείς, μπορεί να απαιτεί δύναμη και συγκράτηση ταυτόχρονα, μπορεί να συνεπάγεται αντιπαραθέσεις.

  • Συγκεκριμένα, τα όρια συμπεριφοράς που θα θέσει ένας γονιός εξαρτώνται από την δική του ιδιοσυγκρασία, καθώς και αυτή του παιδιού. Ό, τι γνωρίζει ο γονιός γύρω από τον χαρακτήρα και τις ευαισθησίες του παιδιού του είναι ιδιαίτερα χρήσιμο. Μπορεί για ένα παιδί η στέρηση των παιχνιδιών να είναι η μέγιστη “τιμωρία” , ενώ για ένα άλλο παιδί να μην σημαίνει τίποτα. Οφείλουμε πάντα να σεβόμαστε την ιδιαιτερότητα κάθε παιδιού και να μην γενικεύουμε υποτιμώντας την προσωπικότητά του.
  • Τα όρια πρέπει να συμβαδίζουν με το στάδιο ανάπτυξης του παιδιού και τα χαρακτηριστικά της ηλικίας τους.

  • Όσο πιο μικρό είναι ένα παιδί τόσο πιο σύντομες, ξεκάθαρες και λιτές είναι οι εντολές του γονιού προς αυτό. Για ένα παιδί άνω των 2 ετών η επιβολή των ορίων είναι πιο σύνθετη διαδικασία, καθώς περιλαμβάνει διάλογο, εξηγήσεις και διαπραγματεύσεις. Συχνά το παιδί από μόνο του προκαλεί τον γονιό κάνοντας ερωτήσεις , πχ. «Γιατί μαμά? Δεν είναι δίκαιο!» Απαντήσεις τύπου «γιατί έτσι το λέω εγώ!» ή « είσαι ακόμα μικρός για να καταλάβεις» δεν έχουν αποτέλεσμα.
  • Οι απαγορεύσεις που δεν συνοδεύονται από εξήγηση δεν γίνονται κατανοητές από το παιδί, αλλά φαίνονται σαν περιορισμός. Κανείς δεν υπακούει απλά επειδή κάποιος του λέει ότι αυτό είναι το σωστό. Αφήνουμε λοιπόν το παιδί να μας πει την άποψή του και κάνουμε ειλικρινή προσπάθεια για διάλογο. Είναι από τις καλύτερες επενδύσεις που μπορεί να κάνει ένας γονέας. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν ειδικά στην εφηβεία , το παιδί που δεν του δόθηκε ουσιαστικός χρόνος και χώρος να εκφραστεί, είναι πολύ πιθανόν να αποφεύγει συζητήσεις με τους γονείς.
  • Επιπλέον, το παιδί μαθαίνει από αυτό που κάνουμε και όχι από αυτό που του λέμε. Απαιτούνται έργα από τους ίδιους τους γονείς όχι μόνο λόγια! Οι ατελείωτες εντολές και υποδείξεις  από τους γονείς κάνουν τα παιδιά κουφά. Οι επαναλαμβανόμενες παρατηρήσεις καταντούν κουραστικές και  χάνετε η προσοχή από το περιεχόμενο κ την ουσία. Έτσι το παιδί διαισθάνεται ασυνέπεια και χάνει το ενδιαφέρον του και την εκτίμησή του.

  • Δεν είναι όλα τα θέματα το ίδιο σημαντικά.  Ξεχωρίζουμε  ποια είναι προς διαπραγμάτευση  και ποια όχι,

π.χ. είναι το ίδιο αν ο δίχρονος γιος χοροπηδάει στα πατώματα τις ώρες κοινής ησυχίας # και αν χτυπάει την αδερφή του για να πάρει ένα παιχνίδι; Φυσικά όχι!

  • Δεύτερο παράδειγμα, αν η έφηβη κόρη θέλει να βάλει το αγαπημένο της μπλουζάκι στο πάρτι ακόμα και αν αυτό είναι βρώμικο, είναι λιγότερο σημαντικό από το να επιστρέψει αργότερα από την ώρα που έχουμε συμφωνήσει.

Διαχωρίζουμε τα ζητήματα και ασχολούμαστε με κάποια, όχι με όλα, γιατί αλλιώς γίνεται κήρυγμα όλη μέρα και το παιδί θα γίνει σκέτος τύραννος ή θα απομονωθεί εντελώς.

  • Η επικοινωνία πρέπει να είναι παρούσα και συγκεκριμένη, χωρίς αναφορές στο παρελθόν, να αφορά το «Εδώ και Τώρα»: πχ. είναι λάθος να λέμε («…και την περασμένη φορά τα ίδια έκανες!»), ή να προδικάζουμε το μέλλον λεγοντας  («…ποτέ δεν θα αλλάξεις!») είτε να γενικεύουμε χρησιμοποιώντας λέξεις όπως (πάντα, ποτέ, όλοι, κανένας…).

Ε. Λογικές συνέπειες έναντι τιμωριών.

  • Είναι αλήθεια ότι όταν οι γονείς θέλουν να διδάξουν στα παιδιά τους τα όρια μέσα στην οικογένεια, συνήθως χρησιμοποιούν την αμοιβή ή την τιμωρία ως μεθόδους.

  • Ωστόσο, οι μέθοδοι αυτοί έχουν κάποια βασικά μειονεκτήματα. Η πιο αποτελεσματική μέθοδος στην σύγχρονη Παιδοψυχολογία είναι «η μέθοδος των λογικών συνεπειών»

  • Οι λογικές συνέπειες αναφέρονται στα λογικά αποτελέσματα που ακολουθούν μια συμπεριφορά, είτε είναι επιθυμητή είτε όχι (π.χ. αν το παιδί πάει αδιάβαστο στο σχολείο, θα “εκτεθεί” στον δάσκαλο και στους συμμαθητές του, αν αρνείται να φάει θα πεινάσει μέχρι να αναζητήσει μόνο του το φαγητό. Στην ουσία δηλαδή αν το παιδί παραβεί τα όρια και προβεί σε λανθασμένες συμπεριφορές θα δεχτεί τις λογικές συνέπειες των πράξεων του και όχι μια “άσχετη” και αυθαίρετη τιμωρία.

Ποια είναι τα πλεονεκτήματα των λογικών συνεπειών έναντι της τιμωρίας;

  1. Οι λογικές συνέπειες αναγνωρίζουν τα δικαιώματα και τις ευθύνες των παιδιών, ενώ η τιμωρία εκφράζει την δύναμη της εξουσίας που την εφαρμόζει.

Ένα παράδειγμα λογικών συνεπειών είναι το εξής  “Γιάννη καταλαβαίνω πως θέλεις να απολαύσεις την ταινία, όμως εγώ και η μητέρα σου είμαστε κουρασμένοι και θέλουμε να κοιμηθούμε. Χαμήλωσέ την ή πήγαινε στο δωμάτιο σου. Εσύ αποφασίζεις” (λογικές συνέπειες).

Αντίθετα είναι λάθος να πούμε “Σου είπα να κλείσεις την τηλεόραση! Τι δεν καταλαβαίνεις; Η μητέρα σου και εγώ θέλουμε να κοιμηθούμε!” (τιμωρία).

  1. Οι λογικές συνέπειες έχουν άμεση σχέση με την συμπεριφορά, ενώ η τιμωρία είναι αυθαίρετη.

Ένα παράδειγμα λογικών συνεπειών:  “Σήμερα θα σκουπίσω το σπίτι. Αλλά όσο έχεις εσύ πεταμένα τα παιχνίδια στο πάτωμα, δεν μπορώ. Για αυτό πρέπει να τα μαζέψεις, αλλιώς θα τα πετάξω. Εσύ αποφασίζεις” (λογικές συνέπειες). Αντίθετα το παράδειγμα τιμωρίας είναι το εξής : “Χίλιες φορές σου έχω πει να μαζεύεις τα παιχνίδια σου! Τώρα πως θα σκουπίσω εγώ; Ξέχνα  την σαββατιάτικη έξοδο!” (τιμωρία).

  1. Οι λογικές συνέπειες δεν φέρουν κανένα στοιχείο κριτικής, ενώ η τιμωρία είναι προσωπική και περιέχει κριτική. Για παράδειγμα: “Πήρες το κινητό χωρίς την άδειά μου και το έχασες. Πως σκέφτεσαι να το αντικαταστήσεις;” (λογικές συνέπειες). “Πήρες το κινητό χωρίς την άδειά μου! Αυτό λέγεται κλέψιμο! Και επιπλέον το έχασες! Για τιμωρία θα σου στερήσω το χαρτζιλίκι τριών μηνών!” (τιμωρία). Στη δεύτερη περίπτωση της τιμωρίας προσβάλουμε το παιδί χαρακτηρίζοντάς το και επιβάλλοντάς του μια αυθαίρετη και αυστηρή τιμωρία.

  • Στις λογικές συνέπειες ο τόνος της φωνής του γονέα είναι σταθερός και δίκαιος, ενώ στην τιμωρία υπάρχουν απειλές και έλλειψη σεβασμού.

Για παράδειγμα: “Έχουμε πει ότι θα παίζεις με τον σκύλο μόνο όταν φροντίζεις για το φαγητό και το νερό του. Σήμερα δεν το έκανες, Μπορείς να προσπαθήσεις ξανά αύριο” (έτσι θέτουμε τις λογικές συνέπειες).

Αντιθέτως:  “Αφού δεν φρόντισες για το φαγητό και το νερό του σκύλου, δεν θα παίξεις μαζί του. Έτσι θα  μάθεις να είσαι υπεύθυνος/η!” ( αυτή είναι μια λανθασμένη τιμωρία).

Τέλος, οι λογικές συνέπειες επιτρέπουν την επιλογή, ενώ η τιμωρία επιβάλει την υπακοή.

Για παράδειγμα: “Μπορείτε να παίξετε ήρεμα ή να πάτε στα δωμάτιά σας. Εσείς επιλέγετε” (λογικές συνέπειες). “Σταματήστε τώρα να κάνετε φασαρία, αλλιώς ξεχάστε την βόλτα μετά” (τιμωρία).

Με τα παραπάνω παραδείγματα, γίνεται κατανοητό ότι οι λογικές συνέπειες μιας παράβασης ορίου ενισχύουν την αυτοπεποίθηση. Η λογική συνέπεια δεν εμπεριέχει απειλές, αλλά αποσκοπεί στο να μην υποκύπτουμε σε κάθε επιθυμία του παιδιού. Η γνώση των συνεπειών αναθέτει στο παιδί την ευθύνη των πράξεών του, αφήνοντάς το να επιλέξει εκείνο τον τρόπο.

Πηγή

Πώς οι μπαμπάδες που καπνίζουν καταστρέφουν την υγεία των παιδιών τους

Μαθησιακές δυσκολίες: Πως θα τις καταλάβουμε και τι μπορούμε να κάνουμε