Οι εκφράσεις «φίλα τη θεία», ή «αγκάλιασε τον παππού», είναι οικείες σε όλους μας από τα παιδικά μας χρόνια. Ποιες είναι όμως αυτές οι επιπτώσεις στην «αγκαλιά με το ζόρι» στην ψυχολογία του παιδιού μας;
Οι περισσότεροι ενήλικες, όταν αντικρίζουν ένα μωρό ή ένα μικρό παιδί, θέλουν να το πάρουν αγκαλιά. Κι εκείνο, συνήθως, ανταποκρίνεται θετικά σε αυτή την κίνηση. Μερικές φορές, όμως, αποτραβιέται ή αρχίζει να είναι ανήσυχο και να κλαίει. Ο συγγραφέας James St. James, λοιπόν, υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να αναγκάζουμε τα παιδιά να αγκαλιάσουν κάποιον αν δείχνουν ότι δεν θέλουν, ακόμα κι αν πρόκειται για στενό συγγενή ή φίλο μας. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η «αναγκαστική αγκαλιά», όπως την χαρακτηρίζει, έχει εξι αρνητικές επιπτώσεις:
1. Περνά στο παιδί το μήνυμα ότι δεν έχει τον έλεγχο του σώματός του
Όμως, καθένας είναι υπεύθυνος για το σώμα του, μπορεί να το διαχειριστεί με όποιον τρόπο επιθυμεί και αυτό είναι προτιμότερο να το μάθουμε από μικρή ηλικία. Είναι, λοιπόν, δική μας επιλογή αν θα πλησιάσουμε ή θα απομακρυνθούμε ευγενικά από κάποιον. Πρόκειται για ένα μήνυμα που χρειάζεται να περαστεί ιδιαίτερα στα κορίτσια, δεδομένου ότι ζούμε σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, όπου, μάλιστα, σημειώνονται αρκετά κρούσματα σεξουαλικών επιθέσεων.
2. Υπονοεί ότι ένας ενήλικας έχει το δικαίωμα να αγγίζει το παιδί όποτε και όπως θέλει
Η υποχρεωτική αγκαλιά μπορεί να προκαλέσει σε ένα παιδί αμηχανία ή και απέχθεια. Ωστόσο, ενδεχομένως να μην την αρνηθεί, από φόβο ότι κάτι τέτοιο θα του προκαλούσε «μπελάδες». Οπότε, την δέχεται, ακόμα κι αν, στο βάθος, αισθάνεται ενοχή, ντροπή, προσβολή, ακόμα και χειραγώγηση. Το ίδιο, όμως, μπορεί να διδαχθεί και για το μέλλον κι έτσι, να συνεχίσει να μη λέει «όχι» σε ανεπιθύμητα αγγίγματα – ακόμα κι αν νιώθει άσχημα για αυτά – μόνο και μόνο από φόβο μήπως οι άλλοι του κάνουν αρνητική κριτική ή, γενικά, κάνει τα πράγματα χειρότερα. Όμως, είναι σημαντικό να του δείχνουμε ακριβώς το αντίθετο: Ότι ένας ανήλικος δεν είναι «ιδιοκτησία» των μεγάλων, αλλά μπορεί και πρέπει να λειτουργεί με τη δική του προσωπικότητα.
3. Περνά το μήνυμα ότι οι συγγενείς δεν μπορούν να κακοποιήσουν ένα παιδί
Ωστόσο, είναι γνωστό ότι στα περισσότερα περιστατικά σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, δράστες είναι στενοί συγγενείς. Μάλιστα, πολλοί από αυτούς ξεκινούν με μια απλή αγκαλιά ή ένα χάδι, γνωρίζοντας ότι αυτά θα εκληφθούν από τρίτους ως «αθώα». Χωρίς να σημαίνει, λοιπόν, ότι κάθε τρυφερή κίνηση είναι απαραιτήτως ύποπτη, αν ένα παιδί βάζει από μόνο του τα όριά του, οφείλουμε να τα σεβαστούμε.
4. Παραβιάζει την προσωπικότητα του παιδιού και το βγάζει από τη «ζώνη ασφαλείας» του
Τα παιδιά δεν αποτελούν μικρογραφία του εαυτού μας, αλλά αναπτύσσονται με τους δικούς τους ρυθμούς και τον δικό τους τρόπο σε συναισθηματικό και πνευματικό επίπεδο. Έτσι, μια αγκαλιά μπορεί να μην σημαίνει το ίδιο για εμάς και για εκείνα και να τα κάνει να νιώσουν αμηχανία και ανασφάλεια.
5. Αλλοιώνει τον τρόπο με τον οποίο το παιδί αντιμετωπίζει ένα άγνωστο πρόσωπο
Χωρίς να σημαίνει ότι όλοι οι ξένοι είναι επικίνδυνοι και όλοι οι γνωστοί ασφαλείς, όσο μεγαλώνουμε μαθαίνουμε, από την εμπειρία μας, αλλά και από ένστικτο, να ξεχωρίζουμε πότε κάποιος μπορεί να μας βλάψει. Έτσι, αναγκάζοντας ένα παιδί να αγκαλιάσει κάποιον με το ζόρι, δεν του δίνουμε τη δυνατότητα να αντιληφθεί – ή να διαισθανθεί – από μόνο του αν πρέπει ή όχι να αγκαλιάσει πράγματι το συγκεκριμένο πρόσωπο.
6. Παραβλέπουμε κάτι σημαντικό που ενδεχομένως θέλει το παιδί να μας πει. Η άρνηση για αγκαλιά μπορεί να προέρχεται από μια αθώα ή και πιο περίπλοκη αιτία. Για παράδειγμα, το συγκεκριμένο πρόσωπο μπορεί να έχει φοβίσει στο παρελθόν το παιδί λέγοντάς του μια τρομακτική ιστορία ή να του έχει προκαλέσει σωματικό πόνο με μια απότομη κίνηση. Σε κάθε περίπτωση, αν το παιδί αποφεύγει κατ’ εξακολούθηση να αγκαλιάσει κάποιον, είναι καλύτερο να το ρωτήσουμε με ηρεμία και διακριτικότητα τον λόγο. Και είναι πολύ πιθανό να μας τον πει, ώστε να καταλάβουμε αν πράγματι κρύβει κάποιον κίνδυνο ή όχι.