Τα παιδιά μας είναι 9 και 6μιση ετών. Δεν έχουν πάει ποτέ έως τώρα στην αναστάσιμη λειτουργία. Και εξηγώ γιατί δεν πάμε τα παιδιά μας στην Ανάσταση. Καταρχάς, δεν εκκλησιαζόμαστε, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι δεν πιστεύουμε. Με άλλα λόγια, συζητάμε ανοιχτά περί Θεού και θρησκείας, είμαστε πάντοτε ανοιχτοί σε ερμηνείες, κρίνουμε, αλλάζουμε, σκεπτόμαστε, προβληματιζόμαστε, ελπίζουμε, απελπιζόμαστε, δεχόμαστε ή απορρίπτουμε, αλλά όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν με τον εκκλησιασμό.
Πάσχα για εμάς σημαίνει πολλά, που τα έχουμε συζητήσει βεβαίως με τα παιδιά μας διεξοδικά, αλλά δεν ταυτίζεται με τη φυσική παρουσία μας στην εκκλησία. Γιορτάζουμε λοιπόν, την Ανάσταση και την Αγάπη, αλλά προσπαθούμε να το κάνουμε καθημερινά και όχι μόνο τις πασχαλινές ημέρες.
Βέβαια, σε καμία περίπτωση η παραπάνω νοοτροπία μας δεν ισοδυναμεί με την απόρριψη της παρουσίας μας σε μια εκκλησία αργά το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Άλλωστε, πέραν του αμιγώς θρησκευτικού κομματιού, δεν ξεχνάμε ότι το έθιμο της Ανάστασης είναι και στοιχείο του πολιτισμού μας. Υπάρχουν άλλοι παράγοντες που μας έχουν σταματήσει τα τελευταία χρόνια, από τότε, δηλαδή, που γίναμε γονείς.
Καταρχάς, η ηλικία και ο ύπνος των παιδιών μας, που φυσικά είναι ακόμα αλληλένδετα μεταξύ τους. Στην οικογένειά μας έχουμε πετύχει τα παιδιά να κοιμούνται νωρίς. Κι όταν λέμε νωρίς, εννοούμε νωρίς. Μεταξύ 7μιση και 8μιση, ανάλογα με το πρόγραμμά μας, είναι στο κρεβάτι. Και αυτό φέτος, που μεγάλωσαν και αυξήθηκαν οι απαιτήσεις, σχολικές και κοινωνικές. Κάθε πέρυσι και νωρίτερα. Θα μου πείτε, Πάσχα είναι, κοπελιά, διακοπές έχουν. Άστα να ξενυχτήσουν. Από τη μεριά μου κανένα πρόβλημα, αλλά έχουν συνηθίσει τη ρουτίνα του ύπνου τους και έτσι δεν αντέχουν να μένουν ξύπνια μέχρι τόσο αργά. Τα δύο τελευταία χρόνια το δοκιμάσαμε στην αλλαγή του χρόνου (στο σπίτι μας, με τις πιτζάμες μας, κι όχι στην εκκλησία με «τα καλά μας») και μας βγήκε μεν, πολύ δύσκολα δε. Με βαρεμάρα, γκρίνια και κλάματα. Μάλιστα και τα ίδια παραδέχτηκαν ότι μάλλον ταλαιπωρήθηκαν, παρά διασκέδασαν. Επομένως, θεωρούμε ότι το να βγάλουμε δύο ημι-κοιμισμένα μικρά παιδιά μέσα στη μαύρη νύχτα και να τα τρέξουμε στην εκκλησία για πέντε λεπτά είναι λίγο έως πολύ σαδιστικό. Έπειτα, τα περισσότερα Πάσχα με παιδιά, νομίζω τα 7 από τα 9, τα έχουμε περάσει στο εξοχικό μας, όπου δεν έχουμε κοντά μας εκκλησία. Επομένως, ένας λόγος παραπάνω να μην τα δυσκολέψουμε και να μη δυσκολευτούμε και κακοκαρδιστούμε, μέρα που είναι.
Αλλά μάλλον ο μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας είναι όλη η φασαρία της βραδιάς, η βαβούρα, τα πυροτεχνήματα (τα μπαμ-μπουμς που λέει και η κόρη μου) που ξεκινούν από νωρίς και που πάντοτε τρομάζουν και τα δύο παιδιά, ακόμα και μέσα στην ασφάλεια του σπιτιού τους, είτε είμαστε στην πόλη είτε στην εξοχή. Προσωπικά, από 8 ετών, όταν πρωτοπήγα στην Ανάσταση, φοβόμουν πολύ, για την ακρίβεια έτρεμα στην ιδέα της αναστάσιμης λειτουργίας, αλλά ντρεπόμουν να το πω. Άργησα να το ξεπεράσω και να πηγαίνω κουλ με τη λαμπάδα μου να γιορτάσω. Δεν θέλω, λοιπόν, σε καμιά περίπτωση να ταραχτούν τα παιδιά χωρίς να υπάρχει λόγος. Ιδιαίτερα στο χωριουδάκι που πηγαίνουμε, γίνεται το έλα να δεις, η φάση είναι ένας ατέλειωτος αγώνας ρίψης βαρελότων, που – νομίζω – ξεφεύγει κατά πολύ από την ουσία της ημέρας και τη μυσταγωγόα, όπως τουλάχιστον το αντιλαμβάνομαι εγώ.
Έτσι, λοιπόν, κάθε βράδυ Μεγάλου Σαββάτου, τα παιδιά κοιμούνται κατά τις 9 με αγκαλίτσες και ένα πασχαλινό ανάγνωσμα, κι εμείς, με τον ήχο της λειτουργίας να φτάνει χάρη στο αεράκι μέχρι το σπίτι μας, χαλαρώνουμε, θυμόμαστε ξανά τι σημαίνει αγάπη και ευγνωμοσύνη, βγαίνουμε στη βεράντα και μυρίζουμε την άνοιξη κι όταν σημάνουν μεσάνυχτα, ακούμε το Χριστός Ανέστη από μακριά, βλέπουμε απέναντί μας ένα εντυπωσιακό θέαμα από πυροτεχνήματα που φωτίζουν όλη την Εύβοια, δίνουμε το αναστάσιμο φιλί μας και ακροπατώντας μπαίνουμε στο δωμάτιό τους και δίνουμε και σε εκείνα ένα μεγάλο γιορτινό φιλί. Έπειτα, κατεβαίνω στον κήπο και περιμένω να φτάσει ο πρώτος γείτονας (δεν αργούν, μη νομίζετε, 12:05 με κάποιο μυστήριο τρόπο έχουν ήδη φτάσει οι εκκλησιασθέντες πιστοί), ώστε να πάρω το Άγιο Φως και να ανάψω τις λαμπάδες τους, τηρώντας την παράδοση. Έτσι, για το καλό!
Όλα αυτά μέχρι να έρθει η χρονιά εκείνη που τα παιδιά μόνα τους θα ζητήσουν να πάμε παρέα στην εκκλησία, που θα είναι έτοιμα να αντιμετωπίσουν βραδινό ξεβόλεμα, νύστα, πολύ κόσμο και πολύ θόρυβο. Ίσως φέτος, ίσως του χρόνου, ίσως πολύ αργότερα…
Καλή Ανάσταση!