in

Γονείς και νέα γενιά

Πρέπει να καταλάβουμε ότι τα παιδιά μας είναι ξεχωριστές οντότητες που ναι μεν πάντα θα έχουν την υποστήριξή μας, αλλά θα μάθουν και θα μπορέσουν να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις

Η γενιά της νέας χιλιετίας, όπως πολλές μελέτες υποστηρίζουν, είναι στην πραγματικότητα παραχαϊδεμένοι νέοι που είτε μελαγχολούν μέσα στα παιδικά τους υπνοδωμάτια, είτε άσκοπα κάνουν διαδικτυακό σέρφινγκ σε αναζήτηση της προσωπικής τους ολοκλήρωσης. Είναι εύκολο να γίνεσαι επικριτικός απέναντι σε αυτή τη γενιά που είναι άνω των 22 ετών. Αλλά αυτό είναι απλώς ένα μέρος του προβλήματος. Αυτό που είναι πραγματικά απαίσιο δεν είναι τα παιδιά μας – είμαστε εμείς, οι υπερπροστατευτικοί γονείς που τα μεγαλώσαμε και τα κάναμε αυτό που είναι σήμερα. Σκεφτείτε τη συχνά εισηγμένη εμβρίθεια ότι οι γονείς θα έπρεπε να δίνουν στα παιδιά τους και τα δύο: ρίζες και φτερά. Φαίνεται όμως να έχουμε αγνοήσει σημαντικά το δεύτερο μέρος.

Οι περισσότεροι από εμάς ουσιαστικά κάνουμε κάτι σαν συνδυασμό υπερκατεύθυνσης και υπερπροστασίας ή υπερανάμειξης του εαυτού μας στις ζωές των παιδιών μας. Με αποτέλεσμα εκείνα, μη έχοντας αντιμετωπίσει τις σκληρότερες πλευρές της ζωής, να έχουν γίνει εκλεκτά σαν τις ορχιδέες και παράλληλα να είναι ανίκανα, μερικές φορές υπερβολικά ανίκανα, να ευημερήσουν στον πραγματικό κόσμο μόνα τους. Πόσο μάλλον σε αυτό τον κόσμο της σημερινής οικονομικής κρίσης. Πιθανότατα θυμάστε πώς ήταν η προηγούμενη γενιά απέναντι σε εμάς τους σημερινούς γονείς, που μας έδιναν απλώς μερικά χρήματα (αν μας έδιναν) και τα υπόλοιπα έπρεπε να τα βρούμε μόνοι μας. Ακόμη και οι πληρωμένες σπουδές, εν αντιθέσει με σήμερα, αποτελούσαν πολυτέλεια των λίγων αυτών γόνων πλούσιων οικογενειών. Επιπλέον, στις μεγαλύτερές μας τρέλες με τις μηχανές ή σε ταξίδια με ένα σακίδιο στην πλάτη, οι γονείς μας δεν στέκονταν εμπόδιο «μήπως και πάθει κάτι το παιδί».

Σήμερα, ουσιαστικά, ποθούμε τη συνεχόμενη προσοχή των παιδιών μας. Λατρεύουμε να κάνουμε παρέα με τα βλαστάρια μας και να απολαμβάνουμε κάθε οικεία λεπτομέρεια της ζωής τους, με αποτέλεσμα να έχουμε τα πάντα και, κυρίως, να έχουμε εξαλείψει το χάσμα των γενεών. Οι νέοι ενήλικες πλέον βλέπουν τους γονείς τους, και ειδικά τις μητέρες τους, ως μια πηγή όχι μόνο γνώμης και συμβουλής, αλλά επίσης συντροφικότητας και άνεσης.
Η μοντέρνα τεχνολογία κάνει πιο εύκολο το να παρέχεις όλα από τα παραπάνω. Για πολλούς γονείς είναι φυσικό όχι μόνο να απασχολούν τα παιδιά τους με συνεχείς γραπτές συζητήσεις, αλλά και να παρακολουθούν κάθε τους κίνηση μέσω Facebook, Instagram, Twitter, καθώς και με μια άλλη μεγάλη ποικιλία εφαρμογών εντοπισμού θέσης, που τους επιτρέπουν κυριολεκτικά να ορμήσουν στη ζωή τους.

Οι γονείς είναι ακόμη αναίσχυντοι στο να αστυνομεύουν την ερωτική ζωή των απογόνων τους, εκφράζοντας ανοιχτά τη γνώμη τους για το έτερον ήμισυ της κόρης ή του γιου τους και πολλές φορές σχεδόν τους κάνουν πλύση εγκεφάλου, σε μια προσπάθεια να δείξουν το μέλλον που «μόνο η εμπειρία θα σου δώσει». Εξάλλου, «όταν μεγαλώσεις και κάνεις παιδιά, θα με καταλάβεις και μένα».

Οι γονείς συχνά περιμένουν να είναι το ίδιο αναμειγμένοι και στην επαγγελματική ζωή των παιδιών τους. Υπάρχουν ορισμένοι μάλιστα που ζητούν να λάβουν μέρος σε συνεντεύξεις για δουλειά, καλούν τους πιθανούς εργοδότες και ζητούν λεπτομερή εξέταση των συμβάσεων, ζυγίζουν ή κάνουν αντιπροσφορά κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων του μισθού. Με αποτέλεσμα το μήνυμα που λαμβάνουν οι εταιρείες και οι μελλοντικοί εργοδότες να είναι ένα: η πρόσληψη του/της νέου/νέας δεν είναι αρκετά ανεξάρτητη για να αναλάβει εκείνος/η τις επαγγελματικές του/της ευθύνες.

Το να ανατρέφεις νέους ενήλικες μπορεί να φανεί πιο πολύπλοκο από τη νηπιακή ηλικία, επειδή οι προκλήσεις αυτής της ηλικιακής φάσης -το να δεσμεύεσαι σε μια καριέρα ή μια σχέση- έχει μεγάλες δυσκολίες. Αλλά αυτή ήταν πάντα η υπόθεση, ακόμα κι όταν οι γονείς δεν ήταν τόσο παρεμβατικοί.

Αυτή η γενιά είναι λιγότερο ικανή να λειτουργήσει σε έναν σκληρό κόσμο, εξαιτίας των υψηλών τους προσδοκιών σχετικά με το πόσο εύκολα θα είναι τα πράγματα. Στην ουσία, έχουμε βάλει τα παιδιά μας σε ένα βάθρο με πολλούς επαίνους και χωρίς κανέναν κανόνα. Μετά από μια τέτοια παιδική ηλικία, η πραγματικότητα χτυπάει σαν φάπα το πρόσωπο.  Μερικοί γονείς δεν ενοχλούνται να μάθουν στα παιδιά τους καθημερινές δεξιότητες ζωής και γι’ αυτό αναλαμβάνουν τον ρόλο του προσωπικού βοηθού. Μάλιστα, το να διευθετούν πρακτικά πράγματα, όπως το να κλείνουν ραντεβού με γιατρούς ή να αγοράζουν δώρα για τα μέλη της οικογένειας, έχει γίνει ένας ύπουλος τρόπος για τους γονείς με τον οποίο μπορούν να διατηρούν την αλληλεξάρτηση. Επομένως, η σημερινή λογική έγκειται στο εξής: αν τα παιδιά μας τα καταφέρουν καλά χωρίς εμάς, αυτό θα πρέπει να σημαίνει ότι γεράσαμε.

Αυτό που κάνει ακόμη πιο πολύπλοκη την εικόνα είναι το αναπτυξιακό στάδιο που είναι γνωστό ως η διαφοροποίηση του εαυτού, η ψυχολογική διαδικασία τού να αποφασίζουμε ποιοι είμαστε έξω από την οικογένειά μας. Μπορεί να ακούγεται κάπως ειρωνικό, είναι πιθανό όμως τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε ακέραιες, λειτουργικές οικογένειες να έχουν μεγαλύτερη δυσκολία, επειδή το να μένουν ασφαλή μέσα στην οικογένεια είναι ιδιαίτερα ελκυστικό. Γιατί ψυχολογικά και κυριολεκτικά να μετακομίσουν;

Ειδικότερα όταν η μαμά και ο μπαμπάς ξεκάθαρα εκλιπαρούν για τη συντροφιά τους. Μάλιστα, αυτό που πολλοί γονείς φαίνεται πραγματικά να θέλουν είναι ένα ενήλικο παιδί το οποίο θα κάνει απλώς αυτό που εκείνοι επιθυμούν ή ήθελαν οι ίδιοι να γίνουν. Το να τα αφήνεις ελεύθερα σημαίνει να βλέπεις τα παιδιά σου ως ξεχωριστά και διαφορετικά όντα από σένα. Εκεί ακριβώς έγκειται η δύσκολη ισορροπία: ανάμεσα στο να είσαι ελεύθερος από τις γονεϊκές ευθύνες με θετικό τρόπο και το να νιώθεις ότι δεν είσαι επιθυμητός από τα παιδιά σου. Ετσι παραμένουμε εδώ, κλειδωμένοι σε τροχιά γύρω από τα βλαστάρια μας, μη μπορώντας να αφήσουμε τους εαυτούς μας ελεύθερους.

Πρέπει, όμως, να καταλάβουμε ότι τα παιδιά μας είναι ξεχωριστές οντότητες που ναι μεν πάντα θα έχουν την υποστήριξή μας (εξάλλου μιλάμε για ελληνικές οικογένειες), θα μάθουν όμως και θα μπορέσουν να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις χωρίς φόβο και χωρίς την ανάγκη της δικής μας επιβεβαίωσης ότι «πράττουν το σωστό».

Από τον δρα Θάνο Ε. Ασκητή
νευρολόγο-ψυχίατρο, πρόεδρο του Ινστιτούτου
Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

 

Πηγή

Λίγο πριν την νέα σχολική χρονιά: Σε τι διαφέρει το πείραγμα από το bullying;

Η πρώτη του ημέρα στο σχολείο – Τι πρέπει να ξέρετε